Κατηγορίες
Καλάθι

CAL/MAG/VIT D3/VIT K2 60 flavored chewables ::NATURE'S PLUS::

CAL/MAG/VIT D3/VIT K2 60 flavored chewables ::NATURE'S PLUS::
CAL/MAG/VIT D3/VIT K2 60 flavored chewables ::NATURE'S PLUS::
CAL/MAG/VIT D3/VIT K2 60 flavored chewables ::NATURE'S PLUS::
-25 %
CAL/MAG/VIT D3/VIT K2 60 flavored chewables ::NATURE'S PLUS::
CAL/MAG/VIT D3/VIT K2 60 flavored chewables ::NATURE'S PLUS::
CAL/MAG/VIT D3/VIT K2 60 flavored chewables ::NATURE'S PLUS::
Nature's Plus Nature's Plus
CAL/MAG/VIT D3/VIT K2 60 flavored chewables ::NATURE'S PLUS::
23,60€
31,50€
Χωρίς ΦΠΑ: 19,05€

Διαθέσιμες Επιλογές

Διαθεσιμότητα: Διαθέσιμο

Καλέστε μας στο 2310 225 747 για περισσότερες πληροφορίες.

ΣΥΣΚΕΥΑΣΙΑ

60 μασώμενα μπισκότα

ΓΕΥΣΕΙΣ

◆ Σοκολάτα ◆ Βανίλια

ΑΛΛΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

  • SKU: 011733648

Μασώμενα μπισκότα με ασβέστιο, μαγνήσιο, βιταμίνη D3 και βιταμίνη Κ2, σε υπέροχες γεύσεις σοκολάτα ή βανίλια.

Τα 4 μασώμενα μπισκότα περιέχουν 1.200 mg ασβέστιο (χηλικό), 600 mg μαγνήσιο (χηλικό), 1.000 IU βιταμίνη D3 (χοληκαλσιφερόλη), 100 μg βιταμίνη Κ2 (μενατετρανόνη).

Χωρίς γλουτένη, σιτάρι, μαγιά, σόγια, γάλα.

Το προϊόν έχει παρασκευασθεί με τις πλέον αυστηρές προδιαγραφές ποιότητας και καθαρότητας, περιλαμβανομένης της δρακόντειας πρότασης 65 της πολιτείας της Καλιφόρνιας περί τοξικών ουσιών.

ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ ΑΣΒΕΣΤΙΟΥ, ΜΑΓΝΗΣΙΟΥ ΚΑΙ ΒΙΤΑΜΙΝΩΝ D ΚΑΙ Κ

ΑΣΒΕΣΤΙΟ

Το ασβέστιο είναι το στοιχείο που βρίσκεται σε μεγαλύτερη ποσότητα στο ανθρώπινο σώμα. Το 99% αυτής της ποσότητας βρίσκεται στα κόκαλα και τα δόντια, όμως και το υπόλοιπο 1% που κατανέμεται στα νεύρα, στους μυς και το αίμα παίζει σπουδαιότατο ρόλο στη λειτουργία των νεύρων, των μυών και της καρδιάς, στη πήξη του αίματος, στην υγεία των αγγείων, στη αποθήκευση και απελευθέρωση των ορμονών. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα, το ασβέστιο φαίνεται να μειώνει την υψηλή πίεση και να ελαχιστοποιεί την απώλεια οστικής μάζας από τα οστά των γυναικών μετά την εμμηνόπαυση. Επιπλέον, η ύπαρξη αρκετού ασβεστίου στον οργανισμό προστατεύει τα οστά και τα δόντια από τη συσσώρευση μολύβδου, ενός πολύ τοξικού μετάλλου. Λαμβανόμενο το ασβέστιο μαζί με βιταμίνη D φαίνεται ότι μειώνει τον κίνδυνο καρκίνου του παχέος και ορθού εντέρου.

Oι φυτοφάγοι, εάν δεν καταναλώνουν γάλα και γαλακτοκομικά προϊόντα, είναι δυνατόν να υποφέρουν από χαμηλά επίπεδα ασβεστίου, όχι μόνο γιατί στερούνται μιας πλούσιας πηγής του μετάλλου, αλλά και γιατί η διατροφή τους είναι συνήθως πλούσια σε οξέα (φυτικό, οξαλικό) που ενώνονται με το ασβέστιο και μειώνουν την απορρόφησή του.

Άτομα που αποφεύγουν το γάλα και τα γαλακτοκομικά προϊόντα, λόγω έλλειψης του ενζύμου λακτάση και της συνακόλουθης δυσανεξίας, βρίσκονται σε κίνδυνο έλλειψης ασβεστίου, εάν δεν διατρέφονται με τροφές πλούσιες σε ασβέστιο ή δεν λαμβάνουν συμπληρώματα ασβεστίου.

Όλες οι ηλικιακές ομάδες δεν συγκρατούν το ίδιο καλά το ασβέστιο που περιέχουν οι τροφές. Τη μεγαλύτερη απορρόφηση έχουν τα βρέφη (60%), ενώ σε άτομα μεγάλης ηλικίας το ποσοστό απορρόφησης μειώνεται δραματικά.

Άλλοι παράγοντες που επηρεάζουν αρνητικά την απορρόφηση του ασβεστίου είναι το χαμηλό επίπεδο βιταμίνης D, η ανεπάρκεια υδροχλωρικού οξέος στο στομάχι, η καθιστική ζωή, ενώ η μεγάλη κατανάλωση πρωτεΐνης και καφέ προκαλεί αυξημένη αποβολή του ασβεστίου από τα ούρα.

O καλύτερος τρόπος για να αυξήσουμε την απορρόφηση του ασβεστίου από τα συμπληρώματα διατροφής είναι να το λαμβάνουμε μαζί με βιταμίνη D ή (ακόμα καλύτερα) με πλήρη σειρά βιταμινών και μετάλλων.

Η άριστη ημερήσια λήψη ασβεστίου (από τροφές και συμπληρώματα) κυμαίνεται μεταξύ 1000 και 1500mg ενώ ο παρακάτω πίνακας δείχνει τις συνιστώμενες δόσεις για αντιμετώπιση ειδικών καταστάσεων, σύμφωνα με την πρακτική πολλών αμερικανών εναλλακτικών γιατρών.

ΣΥΝΙΣΤΩΜΕΝΗ ΗΜΕΡΗΣΙΑ ΔΟΣΗ ΑΣΒΕΣΙΟΥ ΚΑΤΑ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ:

Σπασμένα / ραγισμένα οστά: 1000-2000 mg

Υψηλή πίεση: 1000-1500 mg

Οστεοπόρωση: 1000-2000 mg


ΜΑΓΝΗΣΙΟ

Το μαγνήσιο (όπως και ο φωσφόρος και το ασβέστιο) είναι απαραίτητο για την υγεία των οστών και των δοντιών, ενώ, μαζί με το ασβέστιο, ρυθμίζουν τη δραστηριότητα των μυών: το μαγνήσιο είναι μυοχαλαρωτικό, ενώ το ασβέστιο μυοδιεγερτικό. Το μαγνήσιο είναι απαραίτητο για το μεταβολισμό και τη σύνθεση των πρωτεϊνών, για την ενεργοποίηση μεγάλου αριθμού ενζύμων και για τη διέλευση του νατρίου και καλίου μέσω των κυτταρικών μεμβρανών.

Ικανοποιητικά επίπεδα μαγνησίου στο αίμα προστατεύουν το καρδιαγγειακό σύστημα και προφυλάσσουν από καρδιακές αρρυθμίες και, πιθανώς, από εγκεφαλικά επεισόδια.

Λαμβανόμενο ως συμπλήρωμα, το μαγνήσιο είναι δυνατόν να βοηθήσει σε περιπτώσεις αϋπνίας, στο προεμμηνορροϊκό σύνδρομο, σε κράμπες, καθώς και σε καρδιαγγειακά προβλήματα, όπως η υπέρταση ή η στηθάγχη, εξ αιτίας σπασμών της στεφανιαίας αρτηρίας.

Σύμφωνα με επιφανείς αμερικανούς καρδιολόγους το μαγνήσιο επίσης:

– βοηθάει την καρδιά να ωθεί στις αρτηρίες μεγαλύτερο όγκο αίματος, χωρίς την ανάγκη επιπλέον οξυγόνου.

– χαλαρώνει τα συνεσταλμένα αγγεία, επιτρέποντας στο αίμα να ρέει πιο ελεύθερα.

– αποτρέπει τη συγκόλληση των αιμοπεταλίων, μειώνοντας, έτσι, τις πιθανότητες σχηματισμού θρόμβων και απόφραξης αρτηριών.

– μειώνει την LDL και αυξάνει την HDL χοληστερίνη.

Τα συμπληρώματα μαγνησίου βοηθούν τους διαβητικούς τύπου II (μη εξαρτώμενους από ινσουλίνη) να ρυθμίσουν ευκολότερα το ζάχαρό τους, επιτρέποντας τη μείωση των αντιδιαβητικών φαρμάκων και, σε ορισμένες περιπτώσεις, τη διακοπή τους (αυτό θα πρέπει να γίνεται με τη συνεργασία του θεράποντος ιατρού). Στους διαβητικούς τύπου I το μαγνήσιο είναι πολύ λιγότερο αποτελεσματικό.

Το μαγνήσιο ενισχύει το σμάλτο των δοντιών, ενώ είναι σημαντικό για την πυκνότητα της οστικής μάζας και την αντιμετώπιση της οστεοπόρωσης. Χωρίς επαρκή ποσότητα μαγνησίου, ούτε ικανοποιητική ποσότητα ασβεστίου μπορεί να συγκρατηθεί στα οστά, τα οποία, έτσι, γίνονται πιο εύθραυστα και επιρρεπή στην οστεοπόρωση. Το μαγνήσιο, εξ άλλου, διατηρεί το ασβέστιο σε διάλυση, αποτρέποντας την επικάθησή του στις αρτηρίες και το σχηματισμό λίθων στα νεφρά και τη χολή.

Το μαγνήσιο, τέλος, βοηθάει στην καλύτερη ποιότητα του ύπνου, ενώ μειώνει την τάση που έχουν ορισμένα άτομα να τρίβουν (τρίζουν) τα δόντια τους κατά τη διάρκεια του ύπνου.

Παρακάτω αναφέρονται ορισμένες περιπτώσεις και οι ημερήσιες δόσεις μαγνησίου που χρησιμοποιούνται από αμερικανούς γιατρούς:

Στηθάγχη: 500 – 1000 mg

Υψηλή πίεση: 500 – 750 mg

Οστεοπόρωση: 500 – 1000 mg

Χρήση αντισυλληπτικών: 500 – 750 mg


ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ: Μεγάλος αριθμός ατόμων υποφέρει από ανεπάρκεια μαγνησίου ή βρίσκεται σε κίνδυνο μιας τέτοιας ανεπάρκειας. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται άτομα με γαστρεντερικές παθήσεις (π.χ. πάθηση του Crohn), άτομα με παρατεταμένο ή έντονο στρες, οι διαβητικοί, οι αλκοολικοί, καθώς και οι χρήστες σημαντικού αριθμού φαρμάκων, όπως τα διουρητικά και τα αντιβιοτικά, ιδίως δε τα αντισυλληπτικά. Αυτός είναι, όπως φαίνεται, και ο λόγος που οι γυναίκες που παίρνουν το «χάπι» παρουσιάζουν υψηλότερα ποσοστά θρομβώσεων, δεδομένου ότι η ανεπάρκεια μαγνησίου ευνοεί τη συγκόλληση των αιμοπεταλίων και το σχηματισμό θρόμβων.

Η ανεπάρκεια μαγνησίου είναι από τους βασικούς λόγους πολλών καρδιαγγειακών παθήσεων, σε πολλές δε περιπτώσεις και άλλων παθολογικών καταστάσεων, όπως η κατάθλιψη, η αϋπνία, το άσθμα, το ευερέθιστο έντερο, η χρόνια κόπωση, ο πρόωρος τοκετός, η εκλαμψία.

Επειδή το μαγνήσιο έχει αντιόξινες ιδιότητες είναι καλύτερα να μην λαμβάνεται μετά τα γεύματα, εκτός αν η οξύτητα των γαστρικών υγρών είναι αυξημένη. Ας σημειωθεί ότι πολλά αντιόξινα φάρμακα περιέχουν άλατα μαγνησίου.

Σύμφωνα με τη γνώμη αρκετών ειδικών είναι καλύτερα το μαγνήσιο να λαμβάνεται μαζί με ασβέστιο, σε μια αναλογία που συνήθως είναι 1 προς 2 (ένα μέρος μαγνησίου προς δύο μέρη ασβεστίου).

ΑΝΤΕΝΔΕΙΞΕΙΣ – ΠΡOΦΥΛΑΞΕΙΣ: Το μαγνήσιο δεν παρουσιάζει τοξικότητα στις συνήθεις δοσολογίες (200 – 800 mg). Ακόμη όμως και πολύ υψηλές δοσολογίες δεν είναι πιθανόν να προκαλέσουν τοξίκωση, επειδή η περίσσεια μαγνησίου αποβάλλεται διά των νεφρών ή μέσω πρόκλησης διάρροιας (ορισμένα καθαρκτικά φάρμακα που περιέχουν μαγνήσιο δρουν με αυτό τον τρόπο).

Όσοι υποφέρουν από νεφρική ανεπάρκεια μπορούν εύκολα να υποστούν τοξίκωση από υψηλές δόσεις μαγνησίου, ιδίως αν αυτές λαμβάνονται για παρατεταμένο χρονικό διάστημα.


ΒΙΤΑΜΙΝΗ D

Η βιταμίνη D είναι μια λιποδιαλυτή βιταμίνη απαραίτητη για την υγεία των οστών και των δοντιών. Προάγει την απορρόφηση του ασβεστίου και του φωσφόρου από το έντερο και την εναπόθεσή τους στα οστά (επιμετάλλωση). Συμβάλλει στην εύρυθμη λειτουργία του ανοσοποιητικού και νευρικού συστήματος και βοηθά στην πρόληψη διαφόρων χρόνιων και αυτοάνοσων νοσημάτων.Είναι ιδιαίτερα σημαντική κατά τη νηπιακή και παιδική ηλικία, καθώς συμβάλλει στη σωστή και υγιή σκελετική ανάπτυξη. Οι βασικές μορφές βιταμίνης D είναι η D2 (εργοκαλσιφερόλη) και η D3 (χοληκαλσιφερόλη), που περιέχονται σε λίγες τροφές μόνο (λιπαρά ψάρια, γάλα, αυγά, συκώτι κ.ά.).

Το μεγαλύτερο ποσοστό βιταμίνης D που απαιτείται καθημερινά σχηματίζεται στο δέρμα. Κατά την έκθεσή μας στον ήλιο, η 7-διυδροχοληστερόλη μετατρέπεται, υπό την επίδραση της υπεριώδους ακτινοβολίας, σε βιταμίνη D3 (χοληκαλσιφερόλη).

Στη συνέχεια, η D3 υφίσταται δύο διαδοχικές υδροξυλιώσεις, μία αρχικά στο ήπαρ, όπου μετατρέπεται σε καλσιδιόλη (25(OH)D3), και έπειτα στους νεφρούς, όπου μετατρέπεται σε καλσιτριόλη (1,25(OH)D3), τη δραστική μορφή της βιταμίνης D.

Η καλσιτριόλη λειτουργεί στον οργανισμό ως στεροειδής ορμόνη και δρα σε διάφορους ιστούς, όπως το έντερο, τους νεφρούς, τα οστά, την καρδιά, τους μύες, τον εγκέφαλο, τα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος, ρυθμίζοντας την έκκριση άλλων ουσιών, ενώ ελέγχει, άμεσα ή έμμεσα, περισσότερα από 200 γονίδια, συμπεριλαμβανομένων και αυτών που είναι υπεύθυνα για τη ρύθμιση του κυτταρικού πολλαπλασιασμού, της κυτταρικής διαφοροποίησης, της απόπτωσης και της αγγειογένεσης.

ΕΛΛΕΙΨΗ ΒΙΤΑΜΙΝΗΣ D

Παρά την ικανότητα του οργανισμού να συνθέτει βιταμίνη D, ο σύγχρονος τρόπος ζωής (κλειστοί χώροι εργασίας, χρόνια χρήση αντηλιακών, ατμοσφαιρική ρύπανση, μειωμένη παραμονή στην ύπαιθρο, συνήθειες ένδυσης κ.ά.) έχει σαν αποτέλεσμα την περιορισμένη έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία, που μπορεί να οδηγήσει σε ανεπάρκεια ή έλλειψη βιταμίνης D.

Η έλλειψη σε βιταμίνη D μπορεί να οφείλεται επίσης σε ανεπαρκή πρόσληψή της μέσω της διατροφής, δυσαπορρόφηση της βιταμίνης από το έντερο (λόγω γαστρεντερικών ασθενειών, χειρουργεία bypass κ.ά.), παθολογικές καταστάσεις, όπως ηπατική δυσλειτουργία και χρόνια νεφρική ανεπάρκεια, καθώς και σε διάφορες κληρονομικές ή επίκτητες ασθένειες. Επιπλέον, η παχυσαρκία, η αυξημένη μελανίνη στο δέρμα, η ηλικία, καθώς και ορισμένα φάρμακα αποτελούν παράγοντες που συμβάλλουν στην ανεπάρκεια ή έλλειψη βιταμίνης D.*

Η ανεπάρκεια/έλλειψη βιταμίνης D αποτελεί ένα ιδιαίτερα συχνό φαινόμενο σε όλες τις ηλικιακές ομάδες παγκοσμίως, ιδίως στα βόρεια πλάτη της γης, όπου είναι περιορισμένη η έκθεση στο φως του ήλιου, ενώ σε περιοχές με εύκρατα κλίματα παρατηρείται εποχιακή διακύμανση των επιπέδων της D στον ορό του αίματος, με τις υψηλότερες συγκεντρώσεις να σημειώνονται κατά τους θερινούς μήνες.

Ακόμα και σε μια ηλιόλουστη χώρα, όπως η Ελλάδα, η έλλειψη βιταμίνης D αποτελεί ένα σημαντικό πρόβλημα. Σε πολλές περιπτώσεις φαίνεται πως η ενδογενής παραγωγή βιταμίνης D δεν επαρκεί για να καλύψει τις ημερήσιες ανάγκες. Πρόσφατες μελέτες υποδεικνύουν ότι παιδιά και έφηβοι αποτελούν ομάδες υψηλού κινδύνου για εμφάνιση έλλειψης βιταμίνης D, ιδίως κατά τους χειμερινούς μήνες (Calcif Tissue Int 2005, 77, 348- 355). Στα βρέφη και τα παιδιά, η έλλειψη βιταμίνης D έχει σαν αποτέλεσμα να μη γίνεται σωστή επιμετάλλωση των οστών και μπορεί να οδηγήσει στην εμφάνιση ραχίτιδας.

Η ανεπάρκεια βιταμίνης D έχει ενοχοποιηθεί και για τον αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης διαφόρων νοσημάτων, όπως: καρκίνο μαστού, προστάτη και παχέος εντέρου, καρδιαγγειακές νόσους, υπέρταση, διαβήτη τύπου 2, φλεγμονώδεις ασθένειες και διαταραχές του ανοσοποιητικού, που μπορεί να προκαλέσουν λοιμώξεις και αυτοάνοσα νοσήματα, όπως σκλήρυνση κατά πλάκας, διαβήτη τύπου 1 και ρευματοειδή αρθρίτιδα, ψυχιατρικές ασθένειες (κατάθλιψη και σχιζοφρένεια) και πιθανόν αυτισμό.

Σημείωση: Η βιταμίνη D μετριέται σε διεθνείς μονάδες (IU). 1 IU βιταμίνης D αντιστοιχεί σε 0,025 mcg. Τα επίπεδα της 25(OH)D3 στον ορό του αίματος μετριούνται σε ng/ml ή nmol/L. 1 ng/ml ισοδυναμεί με 2,5 nmol/L.


ΒΙΤΑΜΙΝΗ Κ

Ο όρος "βιταμίνη Κ" αναφέρεται σε μία ομάδα λιποδιαλυτών ουσιών με παρόμοια χημική δομή, που ανήκουν στην κατηγορία των ναφθοκινονών και διακρίνονται στη φυλλοκινόνη (βιταμίνη Κ1) και τις μενακινόνες (βιταμίνες Κ2). Η βιταμίνη Κ1 παράγεται από τα ανώτερα φυτά και τα φύκη, ενώ οι μεγαλύτερες συγκεντρώσεις της βρίσκονται στα πράσινα φυλλώδη λαχανικά (σπανάκι, μαρούλι κ.ά.). Οι μενακινόνες παράγονται από ένα ευρύ φάσμα βακτηρίων, περιλαμβανομένων των ωφέλιμων βακτηρίων της εντερικής χλωρίδας του ανθρώπου.

Παρόλο που όλες οι βιταμίνες Κ έχουν παρόμοια δράση, παρουσιάζουν μεταξύ τους διαφορές ως προς την απορρόφησή τους από το έντερο, τη μεταφορά και τη διανομή τους στους ιστούς και τη βιοδιαθεσιμότητά τους. Έτσι, οι Κ2 [ιδίως αυτές με μακρά πλευρική αλυσίδα, όπως η μενακινόνη 7 (ΜΚ-7)] παρουσιάζουν καλύτερη απορρόφηση και μεγαλύτερο χρόνο ημιζωής, σε σχέση με την Κ1, με αποτέλεσμα να σημειώνονται υψηλότερα επίπεδα στον ορό του αίματος και να παρουσιάζουν καλύτερη δράση. Επομένως, ο επαρκής εφοδιασμός των διαφόρων ιστών σε βιταμίνη Κ δεν εξαρτάται μόνο από την ποσότητα, αλλά και από το είδος της βιταμίνης που προσλαμβάνεται.

Η βιταμίνη Κ είναι κυρίως γνωστή για τον σημαντικό ρόλο που διαδραματίζει  στη φυσιολογική πήξη του αίματος, καθώς συμβάλλει στην παραγωγή λειτουργικών πρωτεϊνικών παραγόντων (προθρομβίνη, προκομβερτίνη κ.ά.) που συντίθενται στο ήπαρ και εμπλέκονται στον παραπάνω μηχανισμό. Έλλειψη βιταμίνης Κ αυξάνει σημαντικά τον κίνδυνο αιμορραγιών. Τα συμπτώματα της ανεπάρκειας σε βιταμίνη Κ είναι το εύκολο μελάνιασμα, οι συχνές ρινορραγίες, η αιμορραγία των ούλων, η βαριά εμμηνορρυσία, και η παρουσία αίματος στα ούρα και/ή τα κόπρανα.

Πολυάριθμες κλινικές μελέτες υποδεικνύουν την αποτελεσματικότητα της βιταμίνης Κ2 στην αντιμετώπιση της οστεοπόρωσης, ενώ φαίνεται ότι δρα συνεργικά με φάρμακα (διφωσφονικά) που χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία της. Η μέχρι τώρα έρευνα έχει δείξει ότι η Κ2 μειώνει σημαντικά την απώλεια της οστικής μάζας και τον κίνδυνο καταγμάτων σε εμμηνοπαυσιακές γυναίκες με οστεοπόρωση (ιδίως σε συνδυασμό με βιταμίνη D3 και ασβέστιο), σε πάσχοντες από Parkinson, Alzheimer, κίρρωση του ήπατος, νευρική ανορεξία, πρωτοπαθή χολική κίρρωση, άτομα που έχουν υποστεί εγκεφαλικό επεισόδιο, καθώς και σε άτομα που λαμβάνουν κορτικοστεροειδή ή το αντικαρκινικό οξική λεουπρολίδη.

Κλινικές έρευνες και μελέτες σε ζώα έδειξαν ότι η βιταμίνη Κ2, αλλά πιθανόν όχι η Κ1, εμποδίζει την ασβεστοποίηση των αρτηριών και τη δημιουργία αθηρωματικής πλάκας, μειώνοντας έτσι τον κίνδυνο καρδιαγγειακών παθήσεων. Αξίζει, επίσης, να σημειωθεί ότι η βιταμίνη Κ2, σε in vitro και in vivo πειράματα, παρουσίασε αξιόλογη δράση έναντι διαφόρων μορφών καρκίνου, όπως προστάτη, ήπατος, μαστού κ.ά.

Άτομα που διατρέχουν κίνδυνο να εμφανίσουν έλλειψη βιταμίνης Κ είναι οι πάσχοντες από ηπατική ανεπάρκεια και παθολογικές καταστάσεις (απόφραξη χοληφόρων οδών, κοιλιοκάκη, ελκώδης κολίτιδα, κατά τόπους εντερίτιδα, κυστική ίνωση, σύνδρομο κοντού εντέρου, κ.ά.) που περιορίζουν σημαντικά την απορρόφηση των λιπών, καθώς και άτομα που ακολουθούν αντιπηκτική θεραπεία ή λαμβάνουν φάρμακα (χολεστυραμίνη, κολεστιπόλη, ορλιστάτη) ή ουσίες (π.χ. το υποκατάστατο λίπους olestra) που μειώνουν την απορρόφηση της βιταμίνης Κ. Επιπλέον, η εκτεταμένη χρήση αντιβιοτικών, τα οποία διαταράσσουν την ισορροπία της εντερικής χλωρίδας, η χαμηλή διαιτητική πρόσληψη και το προχωρημένο της ηλικίας αυξάνουν τον κίνδυνο έλλειψης βιταμίνης Κ. Επίσης, τα νεογέννητα παρουσιάζουν χαμηλά επίπεδα βιταμίνης Κ, που μπορεί να οδηγήσουν στην αιμορραγική νόσο των νεογνών, γι’ αυτό και γίνεται συνήθως προληπτική χορήγηση της βιταμίνης στα βρέφη.

ΑΝΤΕΝΔΕΙΞΕΙΣ – ΠΡΟΦΥΛΑΞΕΙΣ: 

Να μη λαμβάνεται παράλληλα με αντιπηκτικά φάρμακα, καθώς μπορεί να μειώσει τη δράση τους. Η βιταμίνη Ε σε δοσολογίες άνω των 800 IU πιθανόν να ανταγωνίζεται τη δράση της βιταμίνης Κ, αυξάνοντας τον κίνδυνο αιμορραγίας, σε άτομα που ακολουθούν αντιπηκτική θεραπεία ή λαμβάνουν περιορισμένες ποσότητες βιταμίνης Κ μέσω της διατροφής τους.

Η βιταμίνη K δεν είναι τοξική ακόμα και σε πολύ υψηλές δόσεις (π.χ. 135 mg ημερησίως) και η αυξημένη λήψη της δεν προκαλεί συμπτώματα στον άνθρωπο. Για το λόγο αυτό δεν έχει καθοριστεί και ανώτατο ασφαλές όριο. Μόνο η συνθετική βιταμίνη Κ, η Κ3 (μεναδιόνη), είναι αποδεδειγμένα τοξική, καθώς σε υψηλές δόσεις προκαλεί αλλεργικές αντιδράσεις και αιμολυτική αναιμία, ενώ ασκεί κυτταροτοξική δράση στο ήπαρ.

Τα 4 μασώμενα μπισκότα περιέχουν 1.200 mg ασβέστιο (χηλικό), 600 mg μαγνήσιο (χηλικό), 1.000 IU βιταμίνη D3 (χοληκαλσιφερόλη), 100 μβιταμίνη Κ2 (μενατετρανόνη).

Χωρίς γλουτένη, σιτάρι, μαγιά, σόγια, γάλα.

Το προϊόν έχει παρασκευασθεί με τις πλέον αυστηρές προδιαγραφές ποιότητας και καθαρότητας, περιλαμβανομένης της δρακόντειας πρότασης 65 της πολιτείας της Καλιφόρνιας περί τοξικών ουσιών.

Γλυκαντικά: Φρουκτόζη και ξυλιτόλη


Συνήθης χρήση: 2-4 μασώμενα μπισκότα την ημέρα.